- δημηγοριῶν
- δημηγορίαdeliberative speakingfem gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ισλαμισμός — Μονοθεϊστική θρησκεία την οποία ίδρυσε ο Μωάμεθ (570 632) κατά το πρώτο μισό του 7ου αι. μ.Χ. Από την ίδια ρίζα παράγεται και η λέξη μουσουλμάνος (μούσλιμ = αυτός που παραδίνεται στο θέλημα του Θεού και κατ’ επέκταση ο οπαδός του ι.). Ο ι.… … Dictionary of Greek
Άραβες — Ομάδα λαών που κατοικούν στην Ασία και την Αφρική, υπάρχουν όμως και μετανάστες και σε άλλες περιοχές του πλανήτη μας. Το όνομα Ά. αποδίδεται σε όλους όσοι έχουν μητρική γλώσσα την αραβική και όχι μόνο, όπως θα μπορούσε να υποτεθεί, στους… … Dictionary of Greek
Σαλλούστιος Κρίσπος, Γάιος — (Sallustius Crispus). Λατίνος ιστορικός (Αμιτέρνον, Σαβίνη 86 π.Χ. Ρώμη 35 π.Χ.). Το 50 αποπέμφθηκε από τη Σύγκλητο λόγω ανηθικότητας, αλλά, αφού αποκαταστάθηκε από τον Καίσαρα, έγινε ταμίας και αργότερα πραίτορας και διοικητής της Αφρικής, όπου… … Dictionary of Greek